Η αεροπορική εμπλοκή της 7ης Μαΐου στα ινδοπακιστανικά σύνορα ανέδειξε όχι μόνο την ένταση της σύγκρουσης αλλά και τη ραγδαία τεχνολογική μετατόπιση στην εναέρια ισορροπία ισχύος. Σύμφωνα με αναφορές και στρατιωτικές πηγές, η πακιστανική Πολεμική Αεροπορία, με τη βοήθεια των σουηδικών Saab Erieye AWACS, είχε εξασφαλίσει πλήρη επίγνωση πεδίου πολύ πριν εμφανιστούν τα ινδικά μαχητικά. Τα J-10C, εξοπλισμένα με πυραύλους PL-15E, πετούσαν σε παθητική λειτουργία, χωρίς να εκπέμπουν σήμα ραντάρ, καθιστώντας τα αόρατα στις ινδικές άμυνες.
Ο PL-15E, με εμβέλεια άνω των 300 χιλιομέτρων και ταχύτητα Mach 5, ενεργοποιήθηκε πριν το Rafale αντιληφθεί καν την απειλή. Όταν το σύστημα προειδοποίησης ενεργοποιήθηκε, ο πύραυλος βρισκόταν ήδη 50 χλμ. μακριά – ο Ινδός πιλότος είχε μόλις 9 δευτερόλεπτα να αντιδράσει. Δεν ήταν αρκετά. Δεν επέζησε. Η εμπλοκή αυτή δεν ήταν αερομαχία, ήταν ψηφιακή εκτέλεση. Και αποτέλεσε ηχηρή προειδοποίηση για κάθε αεροπορία που υποτιμά τον ρόλο της εναέριας επιτήρησης και των BVR όπλων στον σύγχρονο πόλεμο.
Nα σημειωθεί ότι και τα ελληνικά AWACS λειτουργούν ως στρατηγικό εργαλείο αποτροπής έναντι προκλήσεων από την Τουρκία, ιδίως σε περιόδους αυξημένης έντασης ή κρίσεων, όπως οι τουρκικές ναυτικές ασκήσεις, οι ερευνητικές αποστολές σε ΑΟΖ ή οι παραβιάσεις FIR.
Σε μια εποχή όπου η ταχύτητα πληροφορίας και η επίγνωση πεδίου μάχης είναι καθοριστικής σημασίας, τα ελληνικά AWACS δεν είναι απλώς ραντάρ στον ουρανό. Είναι το κέντρο ελέγχου κάθε κρίσιμης αεροπορικής αποστολής, το «νευρικό σύστημα» της αεράμυνας και ο εγγυητής της ελληνικής παρουσίας σε έναν ασταθή γεωπολιτικό χώρο.
Διαβάστε επίσης:
Η πρώτη ελληνική φρεγάτα – Το σχέδιο κατασκευής και τα επόμενα βήματα