Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται από τον Εμανουέλ Μακρόν να υπερασπιστεί σθεναρά τα ευρωπαϊκά συμφέροντα απέναντι στις απειλές του Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή δασμών 30% στις εισαγωγές από την ΕΕ. Παράλληλα, η ΕΕ επιδιώκει την αποκλιμάκωση μέσω διαπραγματεύσεων και νέων εμπορικών συμφωνιών με Ασία και Νότια Αμερική.
Ο Εμανουέλ Μακρόν απηύθυνε σαφές μήνυμα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, καλώντας την να «υπερασπιστεί αποφασιστικά τα ευρωπαϊκά συμφέροντα» απέναντι στην απειλή του Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή δασμών 30% σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές εισαγωγές. Ο Γάλλος πρόεδρος τόνισε ότι η ΕΕ πρέπει να είναι έτοιμη για έναν ενδεχόμενο εμπορικό πόλεμο, εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν έως την 1η Αυγούστου, καταληκτική ημερομηνία που έθεσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει την αποκλιμάκωση, αναστέλλοντας προσωρινά την επιβολή αντιποίνων ύψους 21 δισ. ευρώ, ενώ συνεχίζει να ενισχύει τις εμπορικές σχέσεις με άλλες χώρες. Μάλιστα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Επιτροπής, ανακοίνωσε την ολοκλήρωση πολιτικής συμφωνίας με την Ινδονησία, έπειτα από εννέα χρόνια διαπραγματεύσεων, χαρακτηρίζοντάς τη «ορόσημο για τη διαφοροποίηση των αγορών».
Η ΕΕ εντείνει τις προσπάθειες για τη σύναψη νέων εμπορικών συμφωνιών με χώρες όπως η Ινδία και η Ταϊλάνδη, σε μια στρατηγική απάντηση στον απομονωτισμό των ΗΠΑ υπό την ηγεσία Τραμπ, ο οποίος στοχεύει ευθέως στο παγκόσμιο εμπορικό σύστημα.
Ωστόσο, η στάση των Ευρωπαίων ηγετών ποικίλλει. Η Γερμανία και η Ιταλία τάσσονται υπέρ μιας πραγματιστικής διαπραγμάτευσης, με τον Ιταλό πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι να εκφράζει εμπιστοσύνη ότι μπορεί να επιτευχθεί μια «δίκαιη συμφωνία» χωρίς να προκληθεί εμπορικός πόλεμος. Παράλληλα, ο Ολλανδός πρωθυπουργός και ο Ιρλανδός υπουργός Εξωτερικών καλούν σε αυτοσυγκράτηση.
Η απειλή των δασμών θεωρείται σε μεγάλο βαθμό διαπραγματευτικό όπλο του Τραμπ, ωστόσο προκαλεί έντονη ανησυχία, ιδιαίτερα στη γερμανική βιομηχανία αυτοκινήτων, που ήδη επιβαρύνεται από δασμούς 25% στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ και 50% στη χαλυβουργία. Ο Σύνδεσμος Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) χαρακτήρισε την απειλή Τραμπ «καμπανάκι κινδύνου για τις δύο πλευρές του Ατλαντικού».
Το εμπόριο ΕΕ-ΗΠΑ ανέρχεται σε 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, με τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ιρλανδία να διατηρούν ισχυρό πλεόνασμα απέναντι στις ΗΠΑ. Οι επιπτώσεις από έναν εμπορικό πόλεμο θα ήταν καταστροφικές, ιδιαίτερα για τις ευρωπαϊκές εξαγωγικές βιομηχανίες.
Ταυτόχρονα, ο Τραμπ συνεχίζει να χρησιμοποιεί επιθετική ρητορική, κατηγορώντας την ΕΕ ότι επιβάλλει «άδικους δασμούς 39%», ισχυρισμός που έχει απορριφθεί από Ευρωπαίους αξιωματούχους, οι οποίοι επισημαίνουν ότι ο μέσος δασμός είναι μόλις 2,5%.
Η κρίση αυτή ενισχύει την ανάγκη για μια ενωμένη ευρωπαϊκή στάση και τη δημιουργία νέων πολυμερών εμπορικών συνεργασιών, που θα μειώσουν την εξάρτηση από τις ΗΠΑ και θα ενδυναμώσουν την οικονομική αυτονομία της Ευρώπης.
Καθώς οι πρεσβευτές της ΕΕ συνεδριάζουν στις Βρυξέλλες για την κατάρτιση στρατηγικής πριν τη Σύνοδο Υπουργών Εμπορίου, το ζητούμενο παραμένει: θα επιλέξει η ΕΕ την αντιπαράθεση ή τη διπλωματία απέναντι στην Αμερικανική πίεση;
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το διακύβευμα για την παγκόσμια οικονομία, την ελευθερία του Τύπου και τη δημοκρατία είναι μεγάλο, σε μια εποχή όπου οι οικονομικές και αυταρχικές δυνάμεις αμφισβητούν τα θεμέλια της ελεύθερης ενημέρωσης και της πολυμέρειας.
ΠΗΓΗ: Katharine Viner (The Guardian)
Διαβάστε επίσης:
Η αφετηρία του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος: Από τον Σάχη στον εμπλουτισμό ουρανίου