Η διεύρυνση της γεωπολιτικής επιρροής της Τουρκίας και η ανάδειξη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε ισχυρό παίκτη της διεθνούς σκηνής προβληματίζουν έντονα τις ΗΠΑ. Αναλυτές από τη Νέα Υόρκη επισημαίνουν ότι η Τουρκία επιχειρεί πλέον να λειτουργεί ως μεσαία δύναμη με ρόλο καθοριστικό σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, η ανατολική Μεσόγειος, η βόρεια Αφρική, αλλά και ο Καύκασος.
Η Άγκυρα, χάρη στις στρατηγικές της συμμαχίες, επιχειρεί να συνδυάσει σχέσεις με αντίπαλα στρατόπεδα – ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα – αναδεικνυόμενη σε ανεξάρτητο και απρόβλεπτο γεωπολιτικό παράγοντα. Παράλληλα, προβάλλει τον εαυτό της ως μεσολαβητής, ιδιαίτερα στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Η Τουρκία διαθέτει πλέον τον τρίτο μεγαλύτερο αριθμό διπλωματικών αποστολών στον κόσμο, ξεπερνώντας μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Βρετανία. Ο αριθμός των πρεσβειών της έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2002, φτάνοντας τις 260 αποστολές.
Οι κινήσεις του Ερντογάν είναι προσεκτικά σχεδιασμένες. Το 2023, επιδίωξε την προσέγγιση με τον Άσαντ στη Συρία, ενώ το φθινόπωρο η Άγκυρα φιλοξένησε τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Λαβρόφ, υπογραμμίζοντας την ανοιχτή γραμμή με το Κρεμλίνο. Την ίδια ώρα, η Τουρκία αγοράζει drones στην Αφρική και θέτει βάσεις στον Νίγηρα, αυξάνοντας την επιρροή της.
Παράλληλα, συνεχίζει τις διεκδικήσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, επιχειρώντας να ανατρέψει τις ισορροπίες μέσω ναυτικών και αεροπορικών προκλήσεων. Οι ΗΠΑ, αν και τυπικά σύμμαχοι, ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για την απροθυμία της Άγκυρας να συνταχθεί με το ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας, αλλά και για τις στενές σχέσεις της με το Ιράν και την Κίνα.
Όπως σχολιάζουν κορυφαίοι αναλυτές, ο Ερντογάν δεν επιδιώκει έναν ρόλο «υπηκόου» στη Δύση, αλλά ενός αυτόνομου ηγέτη που καθορίζει τους όρους. Ο στόχος είναι σαφής: η Τουρκία να αναγνωριστεί ως περιφερειακή υπερδύναμη που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει.