Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο χρησιμοποιήθηκαν τα αεροπλάνα για πρώτη φορά τόσο εκτεταμένα και ιστορικά είχε μεγάλη σημασία αυτή η λεπτομέρεια.

Τα αεροπλάνα διαδραμάτισαν πολύ σημαντικό ρόλο επιχειρησιακά κι εμείς ξεχωρίσαμε μερικά είδη που χρησιμοποιήθηκαν κι από τις δύο πλευρές.

Avro 504

Κατασκευάστηκε από την ομώνυμη εταιρεία η οποία παρήγαγε συνολικά 8.340 αεροσκάφη. Η διαδικασία παραγωγής είχε διάρκεια σχεδόν 20 χρόνια και πέταξε για πρώτη φορά στις 18 Σεπτεμβρίου του 1913.

Ήταν διπλάνο, δηλαδή αεροσκάφος σταθερών πτερύγων με τις δύο κύριες απ’ αυτές τοποθετημένες η μία πάνω στην άλλη.

Έφερε κινητήρα Gnome Monosoupape, ισχύος 80 ίππων. Κατασκευάστηκε στη Μεγάλη Βρετανία.

Το 504 ήταν το πρώτο αεροσκάφος το οποίο έβαλε κατά στρατιωτών στο έδαφος[6] καθώς και που πραγματοποίησε βομβαρδιστική επιδρομή πάνω από τη Γερμανία.

Ήταν επίσης το πρώτο συμμαχικά αεροσκάφος που καταρρίφθηκε από αντιαεροπορικά πυρά. Πουλήθηκαν στην Κίνα όπου χρησιμοποιήθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο.

Η Ελληνική Ναυτική Αεροπορία χρησιμοποίησε το Avro 504 ως βασικό εκπαιδευτικό αρχικής εκπαίδευσης, παραγγέλλοντας τα πρώτα 6 αεροσκάφη το 1925.

Αργότερα εντάχθηκαν στην ενοποιημένη Αεροπορία, όπου και υπηρέτησαν μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Breguet 14

Ήταν Γαλλικό βομβαρδιστικό και αναγνωριστικό διπλάνο. Κατασκευάστηκε σε μεγάλους αριθμούς και η παραγωγή του συνεχίστηκε πολλά χρόνια μετά το τέλος του πολέμου.

Είχε μήκος 8,87 μέτρα κι αντίστοιχα 3,30 ύψος και 14,36 εκπέτασμα.  Η επιφάνεια πτέρυγας ήταν 47,5 τετραγωνικά μέτρα. Ως μέγιστο βάρος απογείωσης είχε 1,5 τόνο περίπου.

Είχε κινητήρα Renault 12Fe, ισχύος 300 ίππων. Μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα μέχρι 175 χιλιόμετρα την ώρα σε μέγιστο ύψος 6 χιλιομέτρων.

Έφερε ένα σταθερό πυροβόλο Vickers των 0.303 ιντσών και 1 περιστρεφόμενο πυροβόλο Lewis των 0.303 ιντσών επίσης για τον παρατηρητή. Κι επίσης βόμβες μέχρι 300 κιλά, εξωτερικά!

Η στιβαρή κατασκευή του ήταν ικανή να δεχθεί αρκετά πλήγματα, ήταν εύκολο στον χειρισμό και είχε καλές επιδόσεις. Το Breguet 14 θεωρείται ένα από τα καλύτερα αεροσκάφη του πολέμου.

Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία παρέλαβε τον Νοέμβριο του 1917 αριθμό αεροσκαφών Breguet 14 και των δύο βασικών εκδόσεων (βομβαρδισμού Β2 και αναγνώρισης Α2), εξοπλίζοντας τις 532 και 533 Μοίρες.

Έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού μετώπου. Τα αεροσκάφη παρέμειναν σε υπηρεσία ολόκληρη τη δεκαετία του 1920, ενώ από το 1931 επτά αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν σε εκπαιδευτικούς ρόλους.

Fairey III

Ήταν βρετανικό αναγνωριστικό διπλάνο που μετασκευάστηκε και ως υδροπλάνο και είχε μακρά παραγωγή αλλά και επιχειρησιακή ιστορία.

Μερικά αεροσκάφη του ιδίου τύπου πέταξαν και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.  Τα χαρακτηριστικά του ήταν τα εξής: Μήκος 11,20 μέτρα, εκπέτασμα 13,95 μέτρα, ύψος 4,32 μέτρα και επιφάνεια πτέρυγας 41 τετραγωνικά μέτρα. Το βάρος στο μέγιστο της απογείωσης μπορούσε να φτάσει στους 2,8 τόνους περίπου.

Έφερε κινητήρα Napier Lion XI ενώ μπορούσε να αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα 192 χιλιομέτρων την ώρα. Το μέγιστο ύψος ξεπερνούσε κατά περίπου 100 μέτρα τα 6 χιλιόμετρα.

Οι βόμβες βρίσκονταν κάτω από τις πτέρυγες ενώ έφερε 1 εμπρόσθιο πολυβόλο Vickers των 0.330 ιντσών και ακόμα ένα Lewis επίσης 0.303 ιντσών για τον πυροβολητή.

Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία άρχισε να παραλαμβάνει τα Fairey μεταξύ του 1929 και του 1931 κατόπιν παραγγελίας της τότε Ναυτικής Αεροπορίας.

Κατά τις επιχειρήσεις στη διάρκεια του κινήματος του 1935 το αεροσκάφος χρησιμοποιήθηκε για την τήρηση της επαφής με τις μονάδες του στόλου που ελέγχονταν από τους κινηματίες.

Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου χρησιμοποιήθηκε από την 11η Μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας σε αποστολές παρατήρησης και συνοδείας νηοπομπών.

Martin MB-1

Αμερικανικής κατασκευής και προέλευσης ήταν το πρώτο- χρονικά- αεροσκάφος των ΗΠΑ το οποίο εξ αρχής σχεδιάστηκε ως βομβαρδιστικό.

Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διεκόπη η παραγωγή περισσότερο βομβαρδιστικών. Έξι απ’ αυτά μετατράπηκαν ώστε να εξυπηρετούν την ταχυδρομική υπηρεσία των ΗΠΑ.

Farman MF.11

Γαλλικής κατασκευής αναγνωριστικό κι ελαφρύ βομβαρδιστικό διπλάνο. Εκτέλεσε την πρώτη βομβαρδιστική επιδρομή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κατά γερμανικών θέσεων γύρω από την Οστάνδη, στο Βέλγιο.

Το 1915 αποσύρθηκε από την πρώτη γραμμή του Δυτικού Μετώπου, όμως εξακολούθησε να χρησιμοποιείται από τους Γάλλους στο Ανατολικό Μέτωπο και τη Μέση Ανατολή, ενώ οι Βρετανοί το χρησιμοποίησαν στα Δαρδανέλια, την Αφρική και τη Μεσοποταμία.

Είχε μήκος 9,45 μέτρα, εκπέτασμα στα 16,15 και ύψος στα 3,18. Η επιφάνεια πτέρυγας ήταν στα 57 τετραγωνικά μέτρα και το μέγιστο βάρος στα 550 κιλά. Είχε κινητήρα Renault αερόψυκτο, οκτακύλινδρο σε σειρά, ισχύος 100 ίππων. Η μέγιστη ταχύτητα έφτανε στα 106 χιλιόμετρα ανά ώρα και το μέγιστο ύψος στα 3,8 χιλιόμετρα.

Farman MF.7

Γαλλικό αναγνωριστικό διπλάνο που μάλιστα υπήρξε από τα πρώτα αεροσκάφη της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας με σημαντική δράση κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.

Τον Δεκέμβριο του 1912 πέταξαν για πρώτη φορά στην Ήπειρο με τη βάση τους να βρίσκεται στο αεροδρόμιο της Νικόπολης στην Πρέβεζα.

Στις 5 Φεβρουαρίου του 1913 ο υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης και ο σημαιοφόρος Αριστείδης Μωραϊτίνης πραγματοποίησαν με Farman MF.7, που είχε μετατραπεί σε υδροπλάνο, την πρώτη στην ιστορία αποστολή ναυτικής συνεργασίας πάνω από τα Δαρδανέλια

Είχε μήκος 11,35 μέτρα, εκπέτασμα στα 15,40 και ύψος στα 3,45. Το  μέγιστο βάρος ήταν στα 885 κιλά. Είχε κινητήρα Renault αερόψυκτο, οκτακύλινδρο σε σειρά, ισχύος 70 ίππων. Η μέγιστη ταχύτητα έφτανε στα 95 χιλιόμετρα ανά ώρα και το μέγιστο ύψος στα 4 χιλιόμετρα

Etrich Taube

Κατασκευάστηκε το 1910 στην Γερμανία και χρησιμοποιήθηκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τόσο από την Ιταλία όσο και από την Αυστροουγγαρία.

Το κακό πηδάλιο και ο πλευρικός έλεγχος το έκαναν αργό και δύσκολο να στρίψει. Αποδείχθηκε εύκολος στόχος για τους Συμμάχους και μόλις έξι μήνες μετά την έναρξη του πολέμου, αποσύρθηκε από την πρώτη γραμμή και χρησιμοποιήθηκε ως εκπαιδευτικό.

Ήταν εντυπωσιακό στη σχεδίαση (Taube σημαίνει περιστέρι) αλλά με την έναρξη του πολέμου αποδείχθηκε ξεπερασμένο αν και χρησιμοποιήθηκε σε επιχειρήσεις.

AEG B

Γερμανικής κατασκευής από την ομώνυμη εταιρεία, διπλάνο που σχεδιάστηκε σε περιορισμένο αριθμό. Εξελίχθηκε αργότερα στα πιο επιτυχημένα μοντέλα ΙΙ και ΙΙΙ.

Είχε μήκος 10,5 μέτρα, εκπέτασμα στα 14,5 και επιφάνεια πτέρυγας ήταν στα 44 τετραγωνικά μέτρα όπως και μέγιστο βάρος λίγο παραπάνω από ένα τόνο. Είχε κινητήρα Mercedes D.I αερόψυκτο, εξακύλινδρο σε σειρά, ισχύος 100 ίππων. Η μέγιστη ταχύτητα έφτανε στα 100 χιλιόμετρα ανά ώρα και το μέγιστο ύψος στα 2,5 χιλιόμετρα.

Το AEG B II διέφερε στο εκπέτασμα (15,5 μέτρα), στην επιφάνεια πτέρυγας (40,1), στο βάρος (650 κιλά), ο κινητήρας του είχε ισχύ 120 ίππων, η ταχύτητα έφτανε στα 110 μέτρα και το ύψος στα 3 χιλιόμετρα

Το AEG B III είχε μήκος 8 μέτρα, εκπέτασμα στα 13,1, επιφάνεια πτέρυγας στα 41 τετραγωνικά μέτρα ενώ ο κινητήρας του είχε ισχύ 118 ίππων. Η ταχύτητά του έφτανε στα 110 χιλιόμετρα την ώρα.

Albatros B.I

Επίσης Γερμανικής κατασκευής, σχεδιάστηκε το 1913 και ήταν διπλάνο όπου ο πιλότος και ο παρατηρητής ήταν σε χωριστά πιλοτήρια στη σειρά.

Είχε μήκος στα 8,57 μέτρα, εκπέτασμα στα 14,48 και ύψος στα 3,15 μέτρα. Το βάρος του ξεπερνούσε τον ένα τόνο ενώ είχε κινητήρα Mercedes D.I αερόψυκτο, εξακύλινδρο σε σειρά, ισχύος 100 ίππων. Η μέγιστη ταχύτητα έφτανε στα 105 χιλιόμετρα ανά ώρα και το μέγιστο ύψος στα 650 μέτρα

Εξελίχτηκε σε Β.ΙΙ. αλλά και ΙΙΙ καθώς επίσης και σε C.III.

Aviatik B.I

Διπλάνο γερμανικής κατασκευής που κατασκευάστηκε από την ομώνυμη εταιρεία το 1914. Χρησιμοποιήθηκε σε πολλές επιχειρήσεις και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές.  Επίσης κατασκευάστηκε σε μεγάλο αριθμό στην Ιταλία

Είχε μήκος στα 7,93 μέτρα, εκπέτασμα στα 14 και ύψος στα 3,05 μέτρα. Το βάρος του ξεπερνούσε τον ένα τόνο ενώ είχε κινητήρα Mercedes D.I αερόψυκτο, εξακύλινδρο σε σειρά, ισχύος 104 ίππων. Η μέγιστη ταχύτητα έφτανε στα 100 χιλιόμετρα ανά ώρα και το μέγιστο ύψος στα χίλια μέτρα