Η απόφαση της Ελλάδας να ενισχύσει τον υποβρύχιο στόλο της με τέσσερα νέα υποβρύχια, εκ των οποίων τα δύο θα φέρουν πυραύλους cruise στρατηγικού πλήγματος, αλλάζει τα δεδομένα στη ναυτική ισορροπία ισχύος με την Τουρκία. Την ίδια στιγμή, η Άγκυρα προχωρά στην ολοκλήρωση των δικών της Type 214TN (κλάση Reis), χωρίς ωστόσο ακόμη να διαθέτει πραγματικές δυνατότητες εκτόξευσης στρατηγικών πυραύλων από τα υποβρύχιά της.

Η ελληνική πλευρά βασίζεται στην πλατφόρμα Type 214 με AIP (Air Independent Propulsion), δοκιμασμένη επιχειρησιακά εδώ και μία δεκαετία. Τα νέα υποβρύχια σχεδιάζεται να ενσωματώσουν συστήματα καθοδήγησης πυραύλων cruise, με τις πληροφορίες να συγκλίνουν σε λύσεις όπως το SCALP Naval ή το MdCN – όπλα δυτικής τεχνολογίας με ακτίνα δράσης που ξεπερνά τα 1.000 χιλιόμετρα και ικανότητα πλήγματος σε βάθος εντός τουρκικού εδάφους.

Αντίθετα, τα τουρκικά Type 214TN «Reis» βρίσκονται ακόμη στη φάση δοκιμών, με το πρώτο της σειράς, TCG Piri Reis, να έχει ήδη καθυστερήσει περισσότερο από τέσσερα χρόνια. Παρά την πρόοδο στο επίπεδο ναυπήγησης, η επιχειρησιακή τους ένταξη παραμένει μετέωρη και δεν έχουν καταγραφεί αξιόπιστα δεδομένα για πραγματικές δυνατότητες ενσωμάτωσης πυραύλων cruise.

Η Τουρκία έχει επενδύσει στην ανάπτυξη δύο τύπων πυραύλων: του ATMACA, που είναι αντιπλοϊκός πύραυλος με εμβέλεια περί τα 220+ χλμ. και του GEZGİN, ενός φιλόδοξου πυραύλου cruise με στόχο τα 1.000+ χλμ., ο οποίος όμως παραμένει σε πειραματική φάση. Ο ATMACA ενδέχεται να ενσωματωθεί στα νέα Reis, αλλά προς το παρόν δεν έχει γίνει επιτυχής δοκιμή από τορπιλοσωλήνα. Ο GEZGİN, ακόμη και αν προχωρήσει, θα απαιτήσει εκτεταμένο επανασχεδιασμό υποδομών και εκτοξευτών για να επιχειρεί από υποβρύχια, κάτι που καθιστά αβέβαιη την υλοποίηση εντός της επόμενης δεκαετίας.

Η ελληνική επιλογή προσδίδει στο Πολεμικό Ναυτικό στρατηγικό βάθος καθώς μετατρέπει τα υποβρύχια Type 214 σε «αόρατες πλατφόρμες πυραυλικού πλήγματος», ικανές να χτυπήσουν κρίσιμες εγκαταστάσεις, κέντρα διοίκησης και στρατηγικούς στόχους βαθιά στην ενδοχώρα, χωρίς δυνατότητα προειδοποίησης ή αποτελεσματικής αντίδρασης από τουρκικά μέσα αεράμυνας. Το γεγονός ότι τα υποβρύχια αυτά είναι σχεδόν απολύτως σιωπηλά ακουστικά, με δυνατότητα μακράς παραμονής σε αποστολή χάρη στο AIP, καθιστά την απειλή πραγματική και μη εντοπίσιμη.

Εν ολίγοις ενώ η Τουρκία επενδύει μαζικά σε ποσοτικά ναυτικά μέσα και μη επανδρωμένες θαλάσσιες πλατφόρμες, η Ελλάδα φαίνεται να προχωρά σε ποιοτική και στοχευμένη αναβάθμιση, αποκτώντας για πρώτη φορά μέσο στρατηγικού πλήγματος εκτός της Πολεμικής Αεροπορίας. Το ενδεχόμενο αυτό προβληματίζει έντονα το τουρκικό επιτελείο, καθώς ανατρέπει το ισοζύγιο αποτροπής και φέρνει την καρδιά της τουρκικής αμυντικής υποδομής εντός ελληνικής εμβέλειας, με σχεδόν αδύνατη δυνατότητα πρόγνωσης ή αναχαίτισης.

Σε αυτή την κρίσιμη περίοδο επανακαθορισμού των ισορροπιών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, η ελληνική επένδυση στα Type 214 με cruise δεν είναι απλώς μια τεχνολογική κίνηση, είναι στρατηγική δήλωση ετοιμότητας και δυνατότητας για αποτροπή με πραγματικό βάθος.

Διαβάστε επίσης:

Η Ελλάδα σχεδιάζει υποβρύχια με δυνατότητα στρατηγικού πλήγματος – Γιατί οι Τούρκοι «τρέμουν» αυτό το σενάριο

Τουρκία – F-35: Δηλώσεις Ερντογάν, S-400 και οι γεωπολιτικές εντάσεις σε Συρία και Ισραήλ