Η πρόσφατη απόφαση της Αυστραλίας να επιλέξει 11 φρεγάτες κλάσης Mogami από την Ιαπωνία αναζωπυρώνει το ερώτημα αν αυτή η προηγμένη πλατφόρμα θα ήταν κατάλληλη και για την Ελλάδα. Αν και πρόκειται για δύο υπερσύγχρονες φρεγάτες με συγκρίσιμες δυνατότητες, η κάθε μία εξυπηρετεί διαφορετική στρατηγική φιλοσοφία.
Η Mogami είναι φρεγάτα επόμενης γενιάς με έμφαση στη χαμηλή ανιχνευσιμότητα (stealth), τη μεγάλη ακτίνα δράσης (έως 10.000 ναυτικά μίλια) και τον υψηλό αυτοματισμό. Διαθέτει 32 κάθετες κυψέλες εκτόξευσης (VLS), πλήρεις δυνατότητες ανθυποβρυχιακού πολέμου και προηγμένα συστήματα αεράμυνας σημείου. Είναι σχεδιασμένη για κράτη που δραστηριοποιούνται σε ωκεάνιες αποστολές, όπως η Αυστραλία και αποτελεί αξιόπιστη λύση με περιορισμένο πλήρωμα.
Από την άλλη πλευρά, οι ελληνικές Belharra είναι κομμένες και ραμμένες για το επιχειρησιακό περιβάλλον του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Διαθέτουν ικανότητες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής με πυραύλους Aster 30, υπερσύγχρονο συρόμενο σόναρ CAPTAS-4 και προηγμένο σύστημα διαχείρισης μάχης Scorpion. Το τελευταίο επιτρέπει διαλειτουργικότητα με Rafale, drones και άλλες πλατφόρμες μέσω Link 16 και real-time δορυφορικών δεδομένων, ενισχύοντας τη μετάβαση σε δικτυοκεντρική επιχειρησιακή δομή.
Παρότι η Mogami αποτελεί εξαιρετική πλατφόρμα, η Belharra προσφέρει κρίσιμα πλεονεκτήματα για τις ανάγκες της Ελλάδας, δηλαδή υπεροχή στην αεράμυνα, απόλυτη διασύνδεση με το ΝΑΤΟ και ικανότητα ενσωμάτωσης σε μελλοντική δομή «kill chain». Εν τέλει, η επιλογή της Belharra επιβεβαιώνει τη στροφή της Ελλάδας σε φρεγάτες που δεν είναι απλώς πλοία πρώτης γραμμής, αλλά κόμβοι σε ένα ευρύτερο δίκτυο πολέμου του 21ου αιώνα.
πηγή κεντρικής φωτογραφίας άρθρου: wikipedia.org
Διαβάστε επίσης:
TCG Oruçreis: Οι δυνατότητες και η στρατηγική απειλή για την Ελλάδα