Η Δανία, μια χώρα μόλις 5,5 εκατομμυρίων κατοίκων, κατάφερε να σχεδιάσει και να κατασκευάσει τις δικές της φρεγάτες. Οι κλάσεις Absalon και Iver Huitfeldt όχι μόνο ενίσχυσαν το δανέζικο Ναυτικό, αλλά εξήχθησαν ως σχέδια στο εξωτερικό, με το βρετανικό Ναυτικό να υιοθετεί την τεχνολογία για τις δικές του Type 31. Κι όμως, η Ελλάδα με σχεδόν διπλάσιο πληθυσμό και με παράδοση αιώνων στη ναυτιλία, παραμένει πελάτης και όχι παραγωγός. Γιατί;
Η απάντηση δεν είναι απλή, αλλά συνοψίζεται σε τρεις λέξεις: Έλλειψη στρατηγικής. Η ελληνική αμυντική βιομηχανία παραμένει κατακερματισμένη και κρατικοδίαιτη. ΕΑΒ, Σκαραμαγκάς, Ελευσίνα, Νεώριο – μονάδες με τεράστιο δυναμικό, αλλά χωρίς κεντρικό σχέδιο. Κάθε κυβέρνηση έβλεπε τα ναυπηγεία ως πεδίο εξυπηρέτησης πολιτικών συμφερόντων και όχι ως εργαλείο εθνικής ισχύος.
Την ίδια στιγμή, η Δανία υιοθέτησε μια φιλοσοφία modular σχεδίασης, που της επέτρεψε να φτιάξει πλοία ευέλικτα, φθηνότερα και με εξαγωγικές προοπτικές. Στην Ελλάδα αντίθετα, οι αποφάσεις για νέα πλοία λαμβάνονταν με βάση τις συμμαχικές πιέσεις και τις διπλωματικές ανταλλαγές. Έτσι φτάσαμε στις Belharra, ένα πρόγραμμα που εξοπλίζει μεν το Πολεμικό Ναυτικό με υπερσύγχρονα πλοία, αλλά αφήνει την ελληνική βιομηχανία στο περιθώριο.
Το πιο οξύμωρο; Η Ελλάδα διαθέτει ναυπηγικό know-how που τροφοδοτεί τη μεγαλύτερη εμπορική ναυτιλία του κόσμου. Οι Έλληνες εφοπλιστές χτίζουν στόλους με εκατοντάδες πλοία, αλλά η χώρα αδυνατεί να φτιάξει δικό της πολεμικό σκαρί. Χωρίς εξαγωγές, χωρίς όραμα, χωρίς επένδυση στην καινοτομία, η Ελλάδα θα μείνει θεατής, ακόμη και σε πεδία όπου έχει φυσικό πλεονέκτημα.
Η αλήθεια είναι σκληρή. Δεν φταίει το μέγεθος, αλλά η πολιτική ανικανότητα και η απουσία μακροπρόθεσμου σχεδίου. Αν δεν αλλάξει νοοτροπία, η Ελλάδα θα συνεχίσει να αγοράζει φρεγάτες με τα… «κλειδιά στο χέρι», αντί να κατασκευάζει τα δικά της σύμβολα ισχύος.
Διαβάστε επίσης:
Ηλεκτρονικός πόλεμος με drones το νέο στοίχημα για την Ελλάδα
Η Ινδονησία ανάμεσα σε Rafale – Kaan και J 10 στην αεροπορική σκακιέρα