Ήταν 2015 όταν η παγκόσμια κοινότητα είδε για πρώτη φορά το T-14 Armata να παρελαύνει στην Κόκκινη Πλατεία. Η Μόσχα, με την αυτοπεποίθηση που τη διακρίνει στις στρατιωτικές επιδείξεις, παρουσίασε αυτό το άρμα ως το μέλλον του πολέμου. Υποσχέθηκαν ένα τεχνολογικό άλμα που θα άφηνε πίσω τα δυτικά πρότυπα, με μη επανδρωμένο πυργίσκο, ψηφιακούς αισθητήρες και μια κάψουλα πληρώματος που θύμιζε ταινία επιστημονικής φαντασίας.
Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, η πραγματικότητα είναι σκληρή και, για πολλούς αναλυτές, αναμενόμενη. Το υποτιθέμενο «θαύμα» της ρωσικής αμυντικής βιομηχανίας έχει καταλήξει να είναι ένα απλό εκθεσιακό κομμάτι για παρελάσεις, ανίκανο να προσφέρει ουσιαστικό έργο εκεί που μετράει πραγματικά: στο πεδίο της μάχης.
Ένα «θηρίο» που έμεινε στα χαρτιά
Ο αρχικός σχεδιασμός του T-14 Armata ήταν όντως φιλόδοξος. Στόχος του ήταν να αντικαταστήσει τον γηρασμένο στόλο των T-72 και T-90, προσφέροντας προστασία τέταρτης γενιάς. Με το σύστημα ενεργητικής προστασίας Afganit και το πυροβόλο των 125 χιλιοστών, στα χαρτιά φάνταζε ως ο εφιάλτης του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, όπως συμβαίνει συχνά, η θεωρία απείχε παρασάγγας από την πράξη. Οι δοκιμές έφεραν στο φως σοβαρά ζητήματα αξιοπιστίας. Το «υπερόπλο» άρχισε να δείχνει τις αδυναμίες του πριν καν βγει από το εργοστάσιο. Οι αναφορές μιλούσαν για εξαρτήματα που δεν άντεχαν και για προηγμένα συστήματα που δεν λειτούργησαν ποτέ όπως διαφημίστηκαν. Το αποτέλεσμα; Μέχρι τα τέλη του 2023, οι υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούσαν ότι είχαν κατασκευαστεί ελάχιστα κομμάτια, περίπου είκοσι, τα οποία δεν είχαν καν περάσει τις τελικές κρατικές δοκιμές.
Χειροποίητη κατασκευή και βιομηχανικό αδιέξοδο
Γιατί όμως κατέρρευσε το πρόγραμμα; Η εύκολη απάντηση είναι οι κυρώσεις, αλλά η αλήθεια είναι πιο σύνθετη. Το T-14 δεν μπήκε ποτέ σε γραμμή μαζικής παραγωγής. Κάθε άρμα κατασκευαζόταν ουσιαστικά στο χέρι, σαν να επρόκειτο για πολυτελές αυτοκίνητο και όχι για πολεμική μηχανή.
Το κόστος εκτοξεύτηκε σε δυσθεώρητα ύψη, καθιστώντας τη μαζική παραγωγή οικονομικά ασύμφορη για τη Ρωσία. Οι κυρώσεις ήρθαν απλώς να δώσουν τη χαριστική βολή, στραγγαλίζοντας την εισαγωγή των κρίσιμων ηλεκτρονικών εξαρτημάτων που απαιτούσε η high-tech φύση του άρματος. Χωρίς μικροτσίπ και εξειδικευμένα υλικά, το Armata έμεινε «τυφλό» και ημιτελές.

M1A2 Abrams εναντίον T14 Armata
Ο φόβος της αποτυχίας στην Ουκρανία
Ίσως το πιο ενδεικτικό στοιχείο της αποτυχίας είναι η απουσία του από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ενώ η Μόσχα αντιμετώπιζε τεράστιες απώλειες και είχε άμεση ανάγκη από τεθωρακισμένα, επέλεξε να αναβαθμίσει τα παλιά T-72 και T-90 αντί να ρίξει στη μάχη το T-14.
Η απόφαση αυτή, αν και δύσκολη επικοινωνιακά, ήταν λογική στρατιωτικά. Το Κρεμλίνο γνώριζε καλά πως το T-14 ήταν εύθραυστο. Σε έναν πόλεμο όπου τα drones και τα αντιαρματικά συστήματα κορυφαίας επίθεσης (top-attack) κυριαρχούν, το Armata θα ήταν εξίσου ευάλωτο με οποιοδήποτε άλλο τανκ. Η εικόνα ενός κατεστραμμένου T-14 να καίγεται στα χωράφια της Ουκρανίας θα ήταν ένα ανεπανόρθωτο πλήγμα γοήτρου για τη ρωσική τεχνολογία, αλλά και μια οικονομική καταστροφή, καθώς τα άρματα αυτά είναι ουσιαστικά αναντικατάστατα.
Τελικά, το T-14 Armata δεν έχασε απλώς το «μομέντουμ» του. Αποτελεί το σύμβολο μιας εποχής που αλλάζει. Ο πόλεμος των βαρέων τεθωρακισμένων δίνει τη θέση του σε νέες, πιο ευέλικτες και ψηφιακές μορφές σύγκρουσης, και το ρωσικό υπερόπλο φαίνεται πως γέρασε πριν καν προλάβει να γεννηθεί.
Με πληροφορίες από το National Security Journal
Διαβάστε επίσης:
Το «θρίλερ» της Ουάσιγκτον: Τι πραγματικά συζήτησε ο Ουμέροφ για το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ;
Νέα μαχητικά Su-30SM2 παρέλαβε το Ρωσικό Ναυτικό: Ενισχύεται η αεροπορία εν μέσω πολέμου
«Πόλεμος» Χαρτών στο Αιγαίο: Η Τουρκία απορρίπτει τον Ελληνικό Θαλάσσιο Σχεδιασμό
Ρωσία