Η «Μάχη της Αθήνας» και ο Δεύτερος Γύρος του Εμφυλίου
Η σύγκρουση που ξέσπασε τον Δεκέμβριο του 1944 στην Αθήνα, γνωστή ιστορικά ως Δεκεμβριανά, δεν ήταν ένα τυχαίο περιστατικό μίσους που προέκυψε εν μία νυκτί. Για να κατανοήσουμε πώς φτάσαμε στο σημείο Έλληνες να πυροβολούν Έλληνες στους δρόμους της πρωτεύουσας, πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Ιστορικά, τα γεγονότα αυτά αποτελούν τον «Δεύτερο Γύρο» μιας μακράς αλυσίδας εμφύλιων συγκρούσεων. Είχε προηγηθεί ο πρώτος γύρος μέσα στην Κατοχή (1943-1944) μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων και θα ακολουθούσε ο τρίτος και πιο αιματηρός γύρος (1946-1949).
Το κρίσιμο ερώτημα είναι: γιατί το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος (ΚΚΕ), μέσω του ΕΛΑΣ, επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία το 1944; Η απάντηση κρύβεται σε έναν σχεδιασμό που είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Όπως αποκαλύπτει στα απομνημονεύματά του το ηγετικό στέλεχος του κόμματος, Γιάννης Ιωαννίδης, ήδη από τα μέσα του 1943, όταν διαφάνηκε η ήττα των Γερμανών, υπήρχε εντολή για την οργάνωση σχεδίου κατάληψης των Αθηνών.
Τα διπλωματικά παιχνίδια και η «Κυβέρνηση του Βουνού»
Οι κινήσεις αυτές δεν πέρασαν απαρατήρητες από τους Βρετανούς. Ενώ ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας καλούσε σε ενότητα εναντίον των Γερμανών κατακτητών, η πραγματικότητα επί του πεδίου ήταν γεμάτη αντιφάσεις. Από τη μία πλευρά, το ΚΚΕ ίδρυσε τον Μάρτιο του 1944 την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΑ), γνωστή ως «Κυβέρνηση του Βουνού», διαχωρίζοντας τη θέση του από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή. Αυτό οδήγησε σε ανταρσία στα ελληνικά στρατεύματα της Μέσης Ανατολής, η οποία κατεστάλη από τους Βρετανούς, αφήνοντας όμως τον ελληνικό στρατό αποδιοργανωμένο.
Από την άλλη, σε μια κίνηση τακτικής, το ΚΚΕ συμμετείχε στο Συνέδριο του Λιβάνου τον Μάιο του ’44 και αργότερα στη Συμφωνία της Καζέρτα, αποδεχόμενο φαινομενικά τις βρετανικές διαταγές. Ωστόσο, όπως ομολογεί ο Ιωαννίδης, η συμμετοχή στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου ήταν προσχηματική, με σκοπό να πιάσουν τους «Άγγλους στον ύπνο», ενώ παράλληλα δίνονταν εντολές στις μονάδες του ΕΛΑΣ να κινηθούν προς την Αθήνα για την τελική αναμέτρηση.
Η Συμφωνία των Ποσοστών: Η προδοσία του Στάλιν
Ίσως το πιο καθοριστικό σημείο για την τύχη της Ελλάδας παίχτηκε ερήμην των Ελλήνων κομμουνιστών. Στις 9 Οκτωβρίου 1944, στη Μόσχα, ο Τσόρτσιλ και ο Στάλιν υπέγραψαν τη διαβόητη Συμφωνία των Ποσοστών. Ο Στάλιν παραχώρησε την Ελλάδα στη βρετανική σφαίρα επιρροής κατά 90%, κρατώντας μόλις το 10% για τη Σοβιετική Ένωση.
Αυτός ήταν ο λόγος που ο ΕΛΑΣ δεν κατέλαβε την Αθήνα αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών στις 12 Οκτωβρίου. Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν γνώριζε για τη συμφωνία – θα μάθαιναν την αλήθεια χρόνια αργότερα, το 1952. Ο Στάλιν τους κρατούσε στο σκοτάδι, συντηρώντας την ελπίδα τους για εξουσία, ώστε να τους χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό χαρτί για τα δικά του συμφέροντα στην Ανατολική Ευρώπη.
Το χρονικό της κλιμάκωσης και ο ρόλος του Ποπόφ
Με την άφιξη της κυβέρνησης Παπανδρέου στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου, η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε. Το βασικό αγκάθι ήταν ο αφοπλισμός των ανταρτών. Η κυβέρνηση ζητούσε τη δημιουργία εθνικού στρατού και την τιμωρία των δωσίλογων. Το ΚΚΕ αρνήθηκε τον μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, φοβούμενο ότι θα μείνει εκτεθειμένο.
Η ένταση κορυφώθηκε στα τέλη Νοεμβρίου. Ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης Τίτο παρότρυνε το ΚΚΕ να συγκρουστεί, ενώ η σοβιετική στρατιωτική αποστολή υπό τον συνταγματάρχη Γρηγόρη Ποπόφ τηρούσε μια αινιγματική στάση. Αν και δεν υπάρχουν γραπτές εντολές, η στάση του Ποπόφ προς τον Ιωαννίδη ερμηνεύτηκε ως «πράσινο φως» για τη σύγκρουση.
Μια ενδιαφέρουσα πτυχή δίνει ο Άλμπερτ Σπέερ, υπουργός του Χίτλερ, ο οποίος ανέφερε πως οι Βρετανοί ίσως είχαν συμφωνήσει να αφήσουν τους Γερμανούς να φύγουν ανέπαφοι από την Ελλάδα για να πολεμήσουν τους Σοβιετικούς. Έτσι, τα Δεκεμβριανά ίσως ήταν η σοβιετική απάντηση σε αυτή τη βρετανική πονηριά: να καθηλώσουν βρετανικές δυνάμεις στην Ελλάδα.
Το αιματηρό συλλαλητήριο και η έναρξη της μάχης
Η αφορμή δόθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1944. Το ΕΑΜ διοργάνωσε συλλαλητήριο στην Πλατεία Συντάγματος, αψηφώντας τις κυβερνητικές απαγορεύσεις. Το πλήθος, φωνάζοντας συνθήματα κατά του Παπανδρέου και του Βασιλιά, έσπασε τα αστυνομικά οδοφράγματα. Η κατάσταση εκτροχιάστηκε όταν έπεσαν χειροβομβίδες έξω από το σπίτι του Πρωθυπουργού.
Η ιστορική αλήθεια για το «ποιος έριξε πρώτος» είναι περίπλοκη. Ο τότε αρχηγός της Αστυνομίας, Άγγελος Έβερτ, παραδέχθηκε αργότερα ότι έδωσε εντολή να χτυπηθεί το πλήθος «στο ψαχνό» κατόπιν ανωτέρας διαταγής. Το αποτέλεσμα ήταν δεκάδες νεκροί διαδηλωτές και η έναρξη μιας ανελέητης σύγκρουσης.
Η Μάχη της Αθήνας: Από την υπεροχή στην ήττα
Τις επόμενες ημέρες, η Αθήνα φλεγόταν. Ο ΕΛΑΣ κατέλαβε γρήγορα τα περισσότερα αστυνομικά τμήματα, εκτελώντας αστυνομικούς. Ωστόσο, απέτυχε να καταλάβει το κέντρο της εξουσίας. Δύο ήταν τα σημεία καμπής που έσωσαν την κυβερνητική παράταξη:
- Η άμυνα στου Μακρυγιάννη από τη Χωροφυλακή.
- Η αντίσταση στο Θησείο από την Οργάνωση Χ.
Αυτές οι καθυστερήσεις επέτρεψαν στους Βρετανούς να μεταφέρουν ενισχύσεις από την Ιταλία. Ο ίδιος ο Τσόρτσιλ έφτασε στην Αθήνα τα Χριστούγεννα του ’44, αποφασισμένος να κρατήσει την Ελλάδα στη Δύση πάση θυσία, ακόμα και αν χρειαζόταν να φυλακίσει τον Παπανδρέου για να μην παραιτηθεί. Ο ΕΛΑΣ, αν και είχε αριθμητική υπεροχή αρχικά (περίπου 25.000 μαχητές), βρέθηκε αντιμέτωπος με την υπέρτερη ισχύ πυρός των Βρετανών και σταδιακά ηττήθηκε.
Η τραγωδία των ομήρων και η Συμφωνία της Βάρκιζας
Η υποχώρηση του ΕΛΑΣ συνοδεύτηκε από μια μαύρη σελίδα: τη σύλληψη χιλιάδων πολιτών ως ομήρων. Υπολογίζεται ότι 15.000 με 30.000 άνθρωποι εξαναγκάστηκαν σε εξαντλητικές πορείες προς τον βορρά, με πολλούς να εκτελούνται καθ’ οδόν. Παράλληλα, υπάρχουν σοβαρές αναφορές και ιατροδικαστικά ευρήματα για εκτελέσεις χιλιάδων αμάχων από την πλευρά των κομμουνιστών (Πηγάδα, διυλιστήρια).
Η σύγκρουση έληξε τυπικά με τη Συμφωνία της Βάρκιζας στις 12 Φεβρουαρίου 1945. Ήταν μια συνθήκη που το ΚΚΕ υπέγραψε ουσιαστικά κατόπιν σοβιετικής εντολής (το τηλεγράφημα του «παππού» Δημητρόφ ήταν ξεκάθαρο: βρείτε πολιτική λύση).
Η Βάρκιζα όμως ήταν παγίδα για τους απλούς αγωνιστές. Το άρθρο 3 αμνήστευε τα πολιτικά αδικήματα (τους ηγέτες), αλλά όχι τα ποινικά (τους φυσικούς αυτουργούς), αφήνοντας τους απλούς αντάρτες στο έλεος της εκδικητικής μανίας του κράτους. Το ΚΚΕ παρέδωσε επίσημα τον οπλισμό του, αλλά έκρυψε χιλιάδες όπλα για το μέλλον, ενώ το κράτος απάντησε με τη «Λευκή Τρομοκρατία».
Ο ιστορικός απολογισμός
Χρόνια αργότερα, οι πρωταγωνιστές αναγνώρισαν το μάταιο της αιματοχυσίας. Ο Ιωαννίδης και ο Φαράκος παραδέχθηκαν πως η επιλογή της ένοπλης σύγκρουσης τον Δεκέμβριο του ’44 ήταν λάθος και πως η ευκαιρία για ομαλό πολιτικό βίο χάθηκε.
Τα Δεκεμβριανά παραμένουν μια ανοιχτή πληγή. Μια σύγκρουση όπου η γεωπολιτική σκακιέρα των Μεγάλων Δυνάμεων συνάντησε τα εσωτερικά πάθη, οδηγώντας σε μια εθνική τραγωδία χωρίς πραγματικό νικητή, παρά μόνο ηττημένο τον ελληνικό λαό.
ΠΗΓΕΣ: Απομνημονεύματα Γιάννη Ιωαννίδη (Στέλεχος ΚΚΕ), Απομνημονεύματα Ευστράτιου Μουτσογιάννη (Εκτελεστής ΚΚΕ), Κείμενα και αναλύσεις Γρηγόρη Φαράκου (Γ.Γ. ΚΚΕ), Αρχείο εφημερίδας «Ριζοσπάστης» (1944-1945), Άρθρο του Albert Speer στην εφημερίδα «Το Βήμα» (13/09/1976), Ρωσικά και Βουλγαρικά Κρατικά Αρχεία (Τηλεγραφήματα Σοβιετικής Αποστολής και Δημητρόφ), Ιστορικές αναφορές για τη Συμφωνία της Καζέρτα, του Λιβάνου και της Βάρκιζας.
Διαβάστε επίσης:
Ανατροπή από Ζελένσκι: «Παγώνει» την ένταξη στο ΝΑΤΟ – Τι ζητάει;
Νοστράδαμος 2026: Οι «Μέλισσες», ο Άρης και το τέλος της Δύσης
ΗΠΑ: Γιατί η Ελλάδα είναι το απόλυτο «κλειδί» για Ενέργεια και AI
Ελλάδα