Το πραξικόπημα στην Κύπρο στις 15 Ιουλίου του 1974 οδήγησε την Τουρκία στην «Επιχείρηση Αττίλας» και στην εισβολή στη Μεγαλόνησο.
Η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε υπό το πρόσχημα της ασφάλειας της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Παρά την καταδίκη από τον ΟΗΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, η Τουρκία επικαλέστηκε «ειρηνευτική παρέμβαση νομιμοποιημένη από το άρθρο 4 της Συνθήκης της Ζυρίχης!
Περίπου μισό αιώνα μετά, η ανοιχτή πληγή της Κύπρου συγκλονίζει ακόμα και αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία της Ελλάδας. Που φυσικά έχει ακέραια την ευθύνη για όσα έγιναν με την ανατροπή του Μακαρίου.
Από τότε η Τουρκία κατέχει περίπου το 37% του νησιού στο βορειοανατολικό του τμήμα. Περίπου 120 χιλιάδες ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν από τη γη των προγόνων τους, άλλοι 20 χιλιάδες παρέμειναν εγκλωβισμένοι ενώ οι νεκροί υπολογίζονται πάνω από 5 χιλιάδες ενώ άλλοι 2-3 χιλιάδες θεωρούνται αγνοούμενοι.
Ας δούμε το χρονικό εκείνων των δραματικών στιγμών
Στις 18 Ιουλίου σε συνάντηση που έγινε στην Αθήνα, ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζόζεφ Σίσκο συνοδευόμενος από τον Αμερικανό Πρέσβη στην ελληνική πρωτεύουσα, Χένρι Τάσκα, ενημερώνουν τον δικτάτορα Ιωαννίδη ότι δεν πρέπει να υπάρξει πόλεμος ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία αφού είναι μέλη του ΝΑΤΟ και οι δύο χώρες.
Ο Ταξίαρχος Δημήτρης Ιωαννίδης, ο «αόρατος» δικτάτορας, σύμφωνα με ομολογίες των παρόντων απείλησε ότι αν υπάρξει τουρκική απόβαση στην Κύπρο τότε ο πόλεμος με την Ελλάδα θα είναι δεδομένος.
Ο Σίσκο αναχωρεί αμέσως για την Άγκυρα ενώ στην Ελλάδα έχει ήδη δοθεί εντολή σε τρία υποβρύχια να πλεύσουν σε περιοχές που θα βρίσκονταν κοντά στην Κύπρο.
Ο Αμερικανός υφυπουργός επιστρέφει αυθημερόν στην Αθήνα και όσα μεταφέρει από τις συνομιλίες του με τους Τούρκους κρίνονται θετικά από ελληνικής πλευράς.
Σύμφωνα με μαρτυρία αμερικανού διπλωμάτη, ο πρόεδρος Νίξον έστειλε μια επιστολή σε αυστηρό ύφος στον Τούρκο πρωθυπουργό, Μπουλέντ Ετσεβίτ. Την επιστολή ανέλαβε να παραδώσει ο Αμερικανός πρέσβης στην Άγκυρα αλλά όταν έφτασε στο γραφείο του Ετσεβίτ τον άκουσε να συνομιλεί τηλεφωνικά με τον Χένρι Κίσινγκερ τον πανίσχυρο υπουργό εξωτερικών των ΗΠΑ.
Θεωρώντας ότι άλλαξαν τα πράγματα ανάμεσα σε ΗΠΑ και Τουρκία, δεν παρέδωσε ποτέ την επιστολή.
Στον ΟΗΕ ο Μακάριος κατηγόρησε δριμύτατα την Χούντα των Αθηνών για τη σχεδίαση και διενέργεια του πραξικοπήματος. Επιπλέον, υποστήριξε ότι φοβόταν στρατιωτική επέμβαση της Χούντας περισσότερο από την επέμβαση της Τουρκίας, φόβος ο οποίος κατά τον ίδιο επιβεβαιώθηκε!
Από το βράδυ της 19ης Ιουλίου, η τουρκική τηλεόραση μετάδιδε τον απόπλου αρμάδας τουρκικών πολεμικών πλοίων από την Μερσίνα. Ο Αμερικανός Πρέσβης στην Λευκωσία αναζήτησε τον Γλαύκο Κληρίδη ζητώντας του να αντικαταστήσει τον Νίκο Σαμψών που είχε ορίσει η χούντα των Αθηνών ως πρόεδρο της Κύπρου μετά την ανατροπή του Μακαρίου.
Οι Τούρκοι πλησίαζαν στην Κύπρο αλλά στην Αθήνα τόσο ο δικτάτορας Ιωαννίδης όσο και οι ηγέτες των Ενόπλων Δυνάμεων, κοιμόνταν.
Είχαν δώσει οδηγίες στους επόπτες στο ΓΕΕΘΑ ότι οι Τούρκοι έκαναν γυμνάσια για εκβιαστικούς λόγους και, παρά τις εκκλήσεις του διοικητή της Εθνικής Φρουράς, Γιωργίτση, για διαταγές απόκρουσης της εισβολής, οι οδηγίες ζητούσαν «αυτοσυγκράτηση».
Όταν ο υπασπιστής του Ιωαννίδη, ταγματάρχης Παλαϊνης, τον ενημέρωσε ότι «βγαίνουν οι Τούρκοι στην Κύπρο», ο «αόρατος δικτάτορας» πάγωσε αφού δεν περίμενε την τουρκική αντίδραση μιας και ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών βρισκόταν στην Άγκυρα για συνομιλίες εκτόνωσης της κρίσης.
Στις 20 Ιουλίου ο Χένρι Τάσκα και ο Τζόζεφ Σίσκο είχαν συνάντηση με την ελληνική ηγεσία αλλά όσα είπαν (κατ’ εντολή Κίσινγκερ) είχαν σαφή κατεύθυνση: «Καθίστε ήσυχοι».
Εν ολίγοις η προτροπή των Αμερικάνων προς την Ελλάδα ήταν να μη μπει σε πόλεμο με την Τουρκία διότι θα ηττηθεί, να ακούσει τις ΗΠΑ αλλιώς θα απομονωθεί και να υπάρξει συνεννόηση!
Εκεί υπήρξε ακόμα μια πρόκληση: «Αν μπείτε σε πόλεμο με την Τουρκία θα ηττηθείτε και δε θα χάσετε μόνο την Κύπρο αλλά και τμήμα της Ελλάδας»!
Ο δικτάτορας Ιωαννίδης σηκώθηκε έξαλλος από τη θέση του, φώναξε στον Σίσκο «μας εξαπατήσατε» κι αποχώρησε από την αίθουσα.
Αμέσως η χούντα κήρυξε γενική επιστράτευση η οποία σύντομα κατέρρευσε.
Αν και στρατιωτικό καθεστώς είχαν «καταφέρει» το μοναδικό: Να διαλύσουν τον ελληνικό στρατό!
Δεν υπήρχαν εντολές, εφόδια, οργάνωση και σε εκείνες τις κρίσιμες ώρες η Ελλάδα παρουσίαζε εικόνα διάλυσης ενώ η Τουρκία εισέβαλλε στην Κύπρο!
Τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου ανιχνεύτηκαν από το ραντάρ 11 πολεμικά πλοία να κατευθύνονται προς την Κερύνεια. Δύο μικρά ελληνοκυπριακά απέπλευσαν από την Κερύνεια προκειμένου να εμπλακούν, αλλά βυθίστηκαν. Μόνο ένας ναύτης γλίτωσε από την πρώτη καταστροφή.
Οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στο Πεντεμίλι περίπου 8 χιλιόμετρα δυτικά της Κερύνειας. Οι πρώτες μάχες μέσα στην πόλη άρχισαν στις 10 το πρωί όπου οι Τούρκοι κατάφεραν να προχωρήσουν κατά ένα χιλιόμετρο παρά τη σθεναρή αντίσταση.
Επίσης, αεροπορικές επιθέσεις στόχευσαν ελληνοκυπριακές θέσεις μέσα και γύρω από την Κερύνεια
Η μάχη μέσα στην πόλη και στο κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα σηματοδότησαν τη γενναία αντίσταση των δυνάμεων της ΕΛΔΥΚ αλλά και των Κυπρίων, χωρίς όμως να καταφέρουν κάτι περισσότερο. Πέτυχαν κάποιες σποραδικές νίκες (πχ στο θύλακα του Κιόνελι) αλλά δε μπορούσαν να σταματήσουν τους Τούρκους εισβολείς.
Το βράδυ της 20ης Ιουλίου κι ενώ μαίνονταν οι μάχες ο ΟΗΕ εξέδωσε ψήφισμα ζητώντας την κατάπαυση του πυρός.
Στην Αθήνα ο δικτάτορας Ιωαννίδης ήταν σε πλήρη παράκρουση και απειλούσε για ολομέτωπη επίθεση στην Τουρκία. Οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, με επικεφαλής τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Φαίδωνα Γκιζίκη κατάλαβαν ότι ο δικτάτορας θα έπρεπε να απομακρυνθεί.
Και να παραδώσουν την εξουσία στους πολιτικούς. Ο Σίσκο ήταν σε συνεχείς διαπραγματεύσεις ενώ στην Αθήνα αποφασίστηκε να σταλούν ενισχύσεις.
Μια αρχική προσπάθεια μεταφοράς των ενισχύσεων έγινε με τη χρήση του πορθμείου «Ρέθυμνον», το οποίο μετέφερε το 537ο Τάγμα Πεζικού, ένα τάγμα από άρματα μάχης και 500 (κατ’ άλλους 280) Κύπριους εθελοντές.
Το πορθμείο απέπλευσε από τον Πειραιά τα μεσάνυχτα. Τελικά, μετά από ένα ταξίδι μέχρι τα ανοικτά της Πάφου, έκανε στροφή, αποβίβασε τους Στρατιώτες στη Ρόδο και επέστρεψε τους εθελοντές στον Πειραιά, αφού οι στρατιωτικοί αρχηγοί βρίσκονταν σε επικοινωνία με τον Τζόζεφ Σίσκο
Το ίδιο απόγευμα, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία προέβη σε απόπειρα μυστικής μεταφοράς ενισχύσεων (με τη μορφή τάγματος καταδρομών), γνωστή ως Επιχείρηση «Νίκη», με τη χρήση 15 αεροσκαφών τύπου Nord Noratlas από τη Σούδα της Κρήτης στην Κύπρο.
Ωστόσο, η αποστολή δέχθηκε πυρά από τα αντιαεροπορικά πολυβόλα της ελληνοκυπριακής 195 ΜΕΑ/ΑΠ (παρατάχθηκε στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Λευκωσίας), με αποτέλεσμα το 3ο Noratlas (ΝΙΚΗ-4) να καταστραφεί
Υπολογίζεται ότι 4 αεροπόροι και 29 καταδρομείς σκοτώθηκαν. Ακόμα δύο αεροσκάφη Noratlas υπέστησαν σοβαρές ζημιές και προέβησαν σε ανώμαλες προσγειώσεις, με αποτέλεσμα οι Ελληνοκύπριοι να καταλάβουν το λάθος τους.
Μερικά από τα υπόλοιπα αεροσκάφη κατάφεραν να προσγειωθούν ομαλά και να αποβιβάσουν άνδρες και εξοπλισμό, ώστε οι Έλληνες να είναι σε θέση να προστατεύσουν το αεροδρόμιο.
Τα ξημερώματα της 22ης Ιουλίου κατόπιν παρέμβασης του Κίσινγκερ έγινε η πρώτη συμφωνία για ανακωχή. Οι Τούρκοι είχαν ήδη καταλάβει την Κερύνεια, τον Άγιο Ιλαρίωνα αλλά και την Αμμόχωστο.
Λίγο πριν την οριστική επίτευξη της ανακωχής (στις 16:00 της 22ης Ιουλίου) έφτασαν στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Στην Αθήνα οι στρατιωτικοί αποφάσισαν να παραδώσουν την εξουσία στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Στην Κύπρο ανέλαβε ο Γλαύκος Κληρίδης.
Στις 25 Ιουλίου άρχισαν οι πρώτες ειρηνευτικές συνομιλίες κι ενώ οι Τούρκοι είχαν ήδη τον έλεγχο στο 7% του νησιού.
Στις 30 Ιουλίου συμφωνήθηκε να σταματήσουν οι επιθετικές δραστηριότητες αλλά η Τουρκία είχε άλλα σχέδια.
Κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας είχαν ήδη αρχίσει τις προκλήσεις και στις 14 Αυγούστου άρχισε η Επιχείρηση Αττίλας 2. Τελικά οι Τούρκοι αν και ζητούσαν αρχικά τον έλεγχο του 34% της Κύπρου, τελικά ξεπέρασαν το 36%
Στις 19 Αυγούστου, υπήρξαν ογκώδεις αντιαμερικανικές διαδηλώσεις στην Κύπρο. Ο Κυπριακός λαός ήταν οργισμένος για τον ρόλο των Αγγλοαμερικανών και του ΝΑΤΟ στο έγκλημα κατά της Κύπρου, το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή.
Οι διαδηλωτές κραύγαζαν συνθήματα εναντίον των ΗΠΑ, της CIA, του ΝΑΤΟ, του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ.
Σε κάποια στιγμή ακούστηκαν καταιγιστικά πυρά (οι πληροφορίες έκαναν λόγο για ένοπλους της ΕΟΚΑ Β΄) και τότε οι φρουροί της πρεσβείας, Αμερικανοί πεζοναύτες, έριξαν δακρυγόνα κατά των διαδηλωτών και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.
Από εξοστρακισμένες σφαίρες σκοτώθηκαν ο Αμερικανός πρέσβης, Ρότζερ Ντέιβις, και η γραμματέας του, Αντουανέτ Βαρνάβα. Για τις δολοφονίες δεν συνελήφθη κανένας, 3 χρόνια αργότερα δικάστηκαν και φυλακίστηκαν 2 άτομα για οχλαγωγία και παράνομη μεταφορά όπλων εκείνη την ημέρα.
Στις 25 Αυγούστου, με πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Κουρτ Βαλντχάιμ ξανάρχισαν οι συνομιλίες για λύση του Κυπριακού. Η τουρκοκυπριακή πλευρά ήθελε ομοσπονδιοποίηση με ανταλλαγή πληθυσμών, ο Γλαύκος Κληρίδης ήταν έτοιμος να αποδεχτεί την ομοσπονδία αλλά χωρίς ανταλλαγή πληθυσμών.
Τελικά τον Αύγουστο του 1975, επήλθε συμφωνία η οποία είναι γνωστή με το όνομα Συμφωνία της Βιέννης. Η τουρκοκυπριακή ερμηνεία διατηρεί την άποψη ότι πρόκειται για συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών ενώ η ελληνοκυπριακή ότι επρόκειτο για προσωρινό ανθρωπιστικό μέτρο.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου υπήρξαν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η Τουρκία βρέθηκε ένοχη από την Ευρωπαική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για εκτοπισμό πληθυσμού, στέρηση του δικαιώματος της ελευθερίας, κακή μεταχείριση, στέρηση του δικαιώματος της ζωής και στέρηση του δικαιώματος της περιουσίας
Οι εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι στην Καρπασία το 1975 είχαν υποβληθεί σε καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους για αυτό και το 2001 όταν το Ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων βρήκε την Τουρκία ένοχη για παραβίαση 14 άρθρων της Ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην απόφαση της Κύπρου εναντίον της Τουρκίας (25781/94), λιγότεροι από 600 είχαν μέχρι τότε παραμείνει.
Κατά τη διάρκεια της εισβολής, Ελληνοκύπριες γυναίκες έπεσαν θύματα βιασμού από Τούρκους στρατιώτες. Ο αριθμός των βιασμών ήταν τόσο μεγάλος που ανάγκασε την συντηρητική Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, προσωρινά, να επιτρέψει τις εκτρώσεις.
Ο βιασμός χρησιμοποιήθηκε από τον Τουρκικό στρατό για να καθαρίσει περιοχές από αμάχους, αναγκάζοντάς τους να φύγουν.
Οι σφαγές αμάχων και γυναικόπαιδων, στις οποίες προέβησαν μέλη της ΕΟΚΑ Β΄ στην Αλόα, Μαράθα, Σανταλάρη και Τόχνη χαρακτηρίστηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη ως «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας»
Στη Λεμεσό, μετά την κατάληψη του τουρκοκυπριακού θύλακα από μονάδες της Εθνικής Φρουράς και την πυρκαγιά στο τουρκοκυπριακό αρχηγείο, γυναίκες βιάστηκαν και παιδιά πυροβολήθηκαν, σύμφωνα με ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές μαρτυρίες
Βεβαίως πολλά χρόνια μετά υπάρχει κριτική και για τη θέση του Καραμανλή με τη φράση: «Η Κύπρος κείται μακράν»
Ο Καραμανλής όμως είχε κατανοήσει μετά από συναντήσεις με στρατιωτικούς κύκλους στην Ελλάδα πως τα ελληνικά στρατιωτικά μέσα ήταν σαφώς υποδεέστερα των τουρκικών και η εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο ίσως οδηγούσε στην κατάληψη ολόκληρης της Κύπρου από την Τουρκία
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δέχεται επικρίσεις πως κάλεσε τους Τούρκους να εισβάλουν στο νησί με την ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας της 19ης Ιουλίου. [Τα συγκεκριμένα λόγια: «Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να κάνει χρήση όλων των τρόπων και μέσων που διαθέτει, ώστε να αποκατασταθούν χωρίς καθυστέρηση η συνταγματική τάξη και τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου.
Όπως ανέφερα ήδη, τα γεγονότα της Κύπρου δεν αποτελούν εσωτερική υπόθεση των Ελληνοκυπρίων. Αφορούν και επηρεάζουν και τους Τουρκοκυπρίους. Το πραξικόπημα της Ελληνικής Χούντας αποτελεί εισβολή, και οι συνέπειές του πλήττουν ολόκληρο τον Κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους»
Στην πραγματικότητα όμως, η εισβολή είχε ήδη ξεκινήσει πριν ο Μακάριος εκφωνήσει τον λόγο του στο Συμβούλιο Ασφαλείας, αφού τα πλοία είχαν ήδη αναχωρήσει από τη Μερσίνα
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σχέδιο Άτσεσον: Το Καστελόριζο στην Τουρκία, η Κύπρος στην Ελλάδα
Το Σισμίκ στο Αιγαίο, από το να βαρέσετε πρώτοι στο mea culpa
Η αρχή για την τραγωδία στην Κύπρο: Πραξικόπημα 15ης Ιουλίου 1974
«Βυθίσατε το Χόρα»: Το παρασκήνιο πίσω από την ιστορική φράση του Ανδρέα
Οι 12 ερωτήσεις που δεν τολμούν να κάνουν οι Τούρκοι στον Ερντογάν