Αρχική » Διεθνή

Μουαμάρ Καντάφι: Για πολλούς ήρωας, για άλλους τόσους το πρόσωπο της φρίκης

Ανέλαβε μετά από πραξικόπημα την ηγεσία στη Λιβύη όπου έμεινε για 42 χρόνια, άλλαξε την πορεία της χώρας με σπουδαίες μεταρρυθμίσεις αλλά ταυτόχρονα κυβέρνησε με δεσποτισμό και φρίκη.

Νίκος Μπουρλάκης Γεωστρατηγική Διεθνή Viral
Ο Μουαμάρ Καντάφι ήταν Λίβυος πολιτικός κι επαναστάτης καθώς επίσης και de facto ηγέτης της χώρας από το 1969 ως και το 2011.

Ο Μουαμάρ Καντάφι ήταν Λίβυος πολιτικός κι επαναστάτης καθώς επίσης και de facto ηγέτης της χώρας από το 1969 ως και το 2011.

Αρχικά ο Καντάφι ήταν «Επαναστατικός Πρόεδρος της Αραβικής Δημοκρατίας της Λιβύης» (ως το 1977) και στη συνέχεια «Αδελφός Ηγέτης της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Λαϊκής Λιβυκής Αραβικής Τζαμαχίρια» ως και το 2011 όταν έχασε την εξουσία.

Αρχικά δεσμευμένος ιδεολογικά στον αραβικό εθνικισμό και σοσιαλισμό, κυβέρνησε αργότερα σύμφωνα με τη δική του, πιο αφρικανοκεντρική Θεωρία της Τρίτης Διεθνούς!

Γεννημένος κοντά στη Σίρτε, στην ιταλική τότε Λιβύη, σε μια φτωχή οικογένεια Βεδουίνων, ο Καντάφι έγινε Άραβας εθνικιστής ενώ ήταν στο σχολείο στη Σαμπά. Αργότερα εγγράφηκε στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία της Βεγγάζης.

Εντός του στρατού, ίδρυσε μια επαναστατική ομάδα που καθαίρεσε τη μοναρχία των Σενουσί του Ιντρίς, που είχε την αμέριστη στήριξη του δυτικού κόσμου  σε ένα πραξικόπημα του 1969.

Έχοντας πάρει την εξουσία, ο Καντάφι μετέτρεψε τη Λιβύη σε Δημοκρατία που διοικείται από το Επαναστατικό Συμβούλιο.

Κυβερνώντας με διάταγμα, απέλασε τον ιταλικό πληθυσμό της Λιβύης και έδιωξε τις δυτικές στρατιωτικές βάσεις.

Ενισχύοντας τους δεσμούς με τις αραβικές εθνικιστικές κυβερνήσεις -ιδιαίτερα την Αίγυπτο του Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ– υποστήριξε ανεπιτυχώς την Παναραβική Πολιτική Ένωση

Θεωρείται ισλαμιστής μοντερνιστής, που εισήγαγε τη «σαρία» ως βάση για το νομικό σύστημα αι προώθησε τον «ισλαμικό σοσιαλισμό».

Τι είναι η σαρία; Έτσι αποκαλείται ο ισλαμικός κώδικας διαβίωσης, με αναφορά στο ισλαμικό δίκαιο κι έμπνευση από το Κοράνιο. Ετυμολογικά είναι «ο δρόμος προς την πηγή του ύδατος». Ενίοτε αναφέρεται ως σύστημα με επιρροές από το ρωμαϊκό δίκαιο.

Ο Καντάφι εθνικοποίησε τη βιομηχανία πετρελαίου και χρησιμοποίησε τα αυξανόμενα κρατικά έσοδα για να ενισχύσει τον στρατό, να χρηματοδοτήσει ξένους επαναστάτες και να εφαρμόσει κοινωνικά προγράμματα που έδιναν έμφαση σε έργα οικοδόμησης, υγειονομικής περίθαλψης και εκπαίδευσης.

Το 1973, ξεκίνησε μια «Λαϊκή Επανάσταση» με το σχηματισμό των Βασικών Λαϊκών Συνεδρίων, που παρουσιάστηκε ως σύστημα άμεσης δημοκρατίας, αλλά διατήρησε τον προσωπικό έλεγχο των σημαντικών αποφάσεων. Περιέγραψε την Τρίτη Διεθνή Θεωρία του εκείνη τη χρονιά στο Πράσινο Βιβλίο.

Είναι το βιβλίο με την ανάλυση της πολιτικής φιλοσοφίας του Μουαμάρ Καντάφι και λέγεται ότι υπήρξε προϊόν έμπνευσης από το Κόκκινο Βιβλίο του Μάο.

O Καντάφι ενώ διαβάζει το Πράσινο Βιβλίο του

Ο Καντάφι μετέτρεψε τη Λιβύη σε ένα νέο σοσιαλιστικό κράτος που ονομάζεται Jamahiriya  δηλαδή Κράτος των Μαζών το 1977.

Υιοθέτησε επίσημα έναν συμβολικό ρόλο στη διακυβέρνηση, αλλά παρέμεινε επικεφαλής τόσο του στρατού όσο και των Επαναστατικών Επιτροπών που ήταν υπεύθυνες για την αστυνόμευση και την καταστολή της διαφωνίας.

Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ‘70 και του ‘80, οι ανεπιτυχείς συνοριακές συγκρούσεις της Λιβύης με την Αίγυπτο και το Τσαντ, η υποστήριξη ξένων μαχητών και η υποτιθέμενη ευθύνη για τη βομβιστική επίθεση στο Λόκερμπι στη Σκωτία την άφησαν ολοένα και πιο απομονωμένη στην παγκόσμια σκηνή.

Αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερα εχθρική σχέση με το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, με αποτέλεσμα τον βομβαρδισμό της Λιβύης από τις ΗΠΑ το 1986 και τις οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη.

Από το 1999, ο Καντάφι απέφευγε τον παναραβισμό και ενθάρρυνε τον παναφρικανισμό και την προσέγγιση με τα δυτικά έθνη. Ήταν Πρόεδρος της Αφρικανικής Ένωσης από το 2009 έως το 2010.

Εν μέσω της Αραβικής Άνοιξης του 2011, ξέσπασαν διαδηλώσεις κατά της εκτεταμένης διαφθοράς και της ανεργίας στην ανατολική Λιβύη.

Η κατάσταση κατέληξε σε εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο το ΝΑΤΟ παρενέβη στρατιωτικά στο πλευρό του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου κατά του Καντάφι. Η κυβέρνηση του Καντάφι ανατράπηκε. Ο ίδιος υποχώρησε στη Σίρτε, αλλά αιχμαλωτίστηκε κι εκτελέστηκε από τους αντίπαλους μαχητές το 2011. Ήταν το τέλος μιας μακράς περιόδου ηγεμονίας

Ο Μουαμάρ Καντάφι στα χέρια των ανταρτών που τον ανακάλυψαν στο κρησφύγετό του κι αφού τον βασάνισαν, τον εκτέλεσαν

Μια άκρως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ο Καντάφι κυριάρχησε στην πολιτική της Λιβύης για τέσσερις δεκαετίες και αποτέλεσε αντικείμενο μιας διάχυτης λατρείας ως προς την προσωπικότητά του.

Τιμήθηκε με διάφορα βραβεία ενώ επαινέθηκε για την αντιιμπεριαλιστική του στάση, την υποστήριξη της αραβικής- και στη συνέχεια της αφρικανικής- ενότητας, καθώς και για τη σημαντική ανάπτυξη της χώρας μετά την ανακάλυψη αποθεμάτων πετρελαίου.

Αυτή ήταν η μία πλευρά της ιστορίας. Η άλλη αναφέρει ότι πολλοί Λίβυοι αντιτάχθηκαν σθεναρά στις κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Καντάφι. Κατηγορήθηκε, μετά το θάνατό του, για σεξουαλική κακοποίηση, βασανισμό και δολοφονία των δικών του ανθρώπων.

Καταδικάστηκε από πολλούς ως δικτάτορας του οποίου η αυταρχική διοίκηση παραβίαζε συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς επίσης ότι χρηματοδότησε την παγκόσμια τρομοκρατία στην περιοχή και στο εξωτερικό

Πολύ «κλειστός» στην ιδιωτική του ζωή, πολλές φορές επέλεγε την απομόνωση. Κάποτε η δημοσιογράφος Μιρέλα Μπλάνκο κατάφερε να πάρει συνέντευξη από τον πατέρα του Καντάφι, ο οποίος δήλωσε ότι ο γιός του ήταν πάντα «σοβαρός, λιγομίλητος αλλά επίσης θαρραλέος, έξυπνος και αφοσιωμένος στην οικογένεια».

Οι φίλοι του τον περιέγραψαν (στην ίδια συνέντευξη) ως «πιστό και γενναιόδωρο άνθρωπο».

Ευρύτερα πάντως εκτιμήθηκε ως «παράξενος, παράλογος» που κυνηγούσε ανεμόμυλους σαν τον Δον Κιχώτη.

Υπάρχουν αναφορές ότι ο Λίβυος ηγέτης ήταν συναισθηματικά ασταθής και είχε παρορμητικό ταμπεραμέντο.

Η CIA σε εκθέσεις της αναφέρει ότι ο Καντάφι είχε κλινική κατάθλιψη. Ο ίδιος περιέγραφε τον εαυτό του ως «απλό επαναστάτη κι ευσεβή Μουσουλμάνο που κλήθηκε από τον Θεό ώστε να συνεχίσει το έργο του Νάσερ»!

Ήταν αφοσιωμένος μουσουλμάνος αν και σύμφωνα με ξένους ερευνητές ήταν ιδιαίτερα προσωπική και ιδιότυπη η ερμηνεία του για το Ισλάμ. Θεωρούσε τον εαυτό του διανοούμενο, δήλωνε θαυμαστής του Μπετόβεν και είχε πει ότι αγαπημένα του βιβλία ήταν «Η καλύβα του μπάρμπα Θωμά» και «Οι Ρίζες».

Θεωρούσε πολύ σημαντική την εμφάνισή του και γι’ αυτό τον χαρακτήρισαν «εξαιρετικά ματαιόδοξο». Είχε μεγάλη γκαρνταρόμπα κι άλλαζε τη στολή του πολλές φορές μέσα στην ίδια μέρα.

Προτιμούσε είτε μια στρατιωτική στολή είτε παραδοσιακή ενδυμασία της χώρας, αποφεύγοντας τα κοστούμια δυτικού τύπου.

Θεωρούσε τον εαυτό του fashion icon δηλώνοντας: «Ό,τι φοράω, γίνεται μόδα. Βάζω ένα συγκεκριμένο πουκάμισο και μετά το φορούν όλοι»!

Το σπίτι και το γραφείο του στην Αζίζια ήταν ένα καταφύγιο σχεδιασμένο από Γερμανούς μηχανικούς, ενώ η υπόλοιπη οικογένειά του ζούσε σε ένα μεγάλο διώροφο κτίριο.

Μέσα στο συγκρότημα υπήρχαν επίσης δύο γήπεδα τένις, ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, αρκετοί κήποι, καμήλες και μια σκηνή Βεδουίνων στην οποία φιλοξενούσε τους επισκέπτες

Στη δεκαετία του 1980, ο τρόπος ζωής του εκτιμήθηκε ως «λιτός»  σε σύγκριση με αντίστοιχους πολλών άλλων Αράβων ηγετών.

Τον απασχολούσε η ασφάλειά του, αλλάζοντας τακτικά τα μέρη που κοιμόταν ενώ μερικές φορές έδινε εντολή απαγόρευσης απογείωσης σε άλλα αεροπλάνα στη διάρκεια δικής του πτήσης.

Έκανε ιδιαίτερα αιτήματα όταν ταξίδευε σε ξένες χώρες. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στη Ρώμη, το Παρίσι, τη Μαδρίτη, τη Μόσχα και την πόλη της Νέας Υόρκης, διέμενε σε μια αλεξίσφαιρη σκηνή, ακολουθώντας τις παραδόσεις του στους Βεδουίνους.

Ο Καντάφι ήταν ιδιαίτερα συγκρουσιακός στην προσέγγισή του στις ξένες δυνάμεις και γενικά απέφευγε τους δυτικούς πρεσβευτές και διπλωμάτες, πιστεύοντας ότι ήταν κατάσκοποι.

Επίσης ο Καντάφι είχε περιγραφεί ως λάτρης του γυναικείου φύλου. Αναφέρθηκε ότι κατά τις δεκαετίες ’70 και ’80 έκανε ξεκάθαρα σεξουαλικές προτάσεις, συνοδευόμενες από αμοιβή, προς γυναίκες δημοσιογράφους και μέλη του περιβάλλοντός του.

Είχε μια «φρουρά αμαζόνων» η οποία είχε ορκιστεί σε αγαμία.

Μετά το θάνατο του Καντάφι η Λίβυα ψυχολόγος Σεχάμ Σεργκεβά, μέλος μιας ομάδας που ερευνούσε τα σεξουαλικά αδικήματα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, δήλωσε ότι πέντε από τους φρουρούς της είπαν ότι είχαν βιαστεί από τον ίδιο και ανώτερους αξιωματούχους  του.

Επίσης, η Γαλλίδα δημοσιογράφος Ανίκ Κογιάν δημοσίευσε ένα βιβλίο που ισχυριζόταν ότι ο Καντάφι είχε σεξουαλικές σχέσεις με γυναίκες, μερικές στα πρώτα εφηβικά τους χρόνια, που είχαν επιλεγεί ειδικά για αυτόν.

Σε μία από τις συνεντεύξεις της, μια γυναίκα που ονομαζόταν Σοράγια, ισχυρίστηκε ότι ο Καντάφι την κράτησε φυλακισμένη σε ένα υπόγειο για έξι χρόνια, όπου τη βίασε επανειλημμένα, την ούρησε και την ανάγκαζε να παρακολουθήσει ταινίες πορνό, να πίνει αλκοόλ και να κάνει χρήση κοκαΐνης.

Ο Καντάφι προσέλαβε επίσης αρκετές Ουκρανές νοσοκόμες για να τον φροντίσουν. Κάποια τον περιέγραψε ως ευγενικό κι εξεπλάγη που είχαν διατυπωθεί εναντίον του ισχυρισμοί για κακοποίηση.

Οι γυναίκες του Καντάφι

Ο Καντάφι παντρεύτηκε την πρώτη του σύζυγο, Φατίχα Αλ Νούρι, το 1969. Ήταν κόρη του στρατηγού Χαλίντ, ανώτερου στελέχους της κυβέρνησης του βασιλιά Ιντρίς, και προερχόταν από μεσαία τάξη. Αν και είχαν έναν γιο, τον Μοχάμεντ Καντάφι (γεννήθηκε το 1970), η σχέση τους ήταν τεταμένη και χώρισαν γρήγορα.

Η δεύτερη σύζυγος του Καντάφι ήταν η Σαφιά Φαρκάς, το γένος Ελ Μπρασάι, πρώην νοσοκόμα από τη φυλή Ομπεϊντάτ που γεννήθηκε στη Μπάιντα.

Συναντήθηκαν το 1969, μετά την άνοδό του στην εξουσία, όταν νοσηλεύτηκε με σκωληκοειδίτιδα. Ισχυρίστηκε ότι ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Το ζευγάρι παρέμεινε μαζί ως το θάνατο του Καντάφι κι απέκτησαν επτά παιδιά, τρία εκ των οποίων σκοτώθηκαν μαζί με τον πατέρα τους.

Επίσης υιοθέτησαν δύο παιδιά. Αρκετοί από τους γιους του κέρδισαν τη φήμη για τη χλιδάτη και αντικοινωνική συμπεριφορά τους στη Λιβύη, η οποία εξελίχθηκε σε πηγή δυσαρέσκειας προς τη διοίκησή του ίδιου του Καντάφι.

Σε γενικές γραμμές ο Καντάφι ήταν άκρως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα παγκοσμίως.

Προκάλεσε τα άκρα του πάθους: Υπέρτατη λατρεία από τους ακολούθους του αλλά και έντονη περιφρόνηση από τους αντιπάλους.

Σε μια χώρα η οποία κατά το παρελθόν υπέφερε από ξένη κυριαρχία, ο Καντάφι ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής αφού δήλωνε ενάντιος στον ιμπεριαλισμό.

Η εγχώρια δημοτικότητα του Καντάφι προήλθε από την ανατροπή της μοναρχίας, την απομάκρυνση των Ιταλών εποίκων και των αμερικανικών και βρετανικών αεροπορικών βάσεων από το λιβυκό έδαφος και την αναδιανομή της γης της χώρας σε πιο δίκαιη βάση!

Ο Καντάφι επαινέθηκε για τη δημιουργία σχεδόν μιας «αταξικής» κοινωνίας μέσω εσωτερικής μεταρρύθμισης.

Σχεδόν εξαφάνισε το πρόβλημα της στέγης, ενώ διασφάλισε πρόσβαση σε τρόφιμα και πόσιμο νερό. Η εκπαίδευση άλλαξε επίπεδο, οι μαθητές στα σχολεία αυξήθηκαν σε τεράστιο βαθμό, το ποσοστό αναλφαβητισμού έπεσε πολύ χαμηλά. Όλη η εκπαίδευση μέχρι το Πανεπιστημιακό επίπεδο, ήταν δωρεάν.

Ο Μεγάλος Ανθρωπογενής Ποταμός του Καντάφι είναι το μεγαλύτερο έργο άρδευσης στον κόσμο.

Επίσης επιδοκιμάστηκαν τα επιτεύγματα στην ιατρική περίθαλψη, με την καθολική δωρεάν υγειονομική περίθαλψη,  με ασθένειες όπως η χολέρα και ο τύφος να περιορίζονται και το προσδόκιμο ζωής να αυξάνεται.

Κατά την πρώτη δεκαετία της ηγεσίας του Καντάφι, η ζωή για τους περισσότερους Λίβυους αναμφίβολα άλλαξε προς το καλύτερο  καθώς βελτιώθηκαν δραστικά οι υλικές συνθήκες και ο πλούτος.

Στα  πρώτα χρόνια της διοίκησής  του ο εθνικός πλούτος και η διεθνής επιρροή της Λιβύης αυξήθηκαν στα ύψη και το εθνικό βιοτικό επίπεδο είχε ανέβει εντυπωσιακά.

Τέτοια υψηλά πρότυπα μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, ως αποτέλεσμα της οικονομικής στασιμότητας.

Ο Καντάφι ισχυρίστηκε ότι η Τζαμαχίρια του ήταν μια «συγκεκριμένη ουτοπία» και ότι είχε διοριστεί με «λαϊκή συναίνεση».

Η ρητορική του εναντίον της Δύσης προκάλεσε το σεβασμό ακροδεξιών παρατάξεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ αλλά και από τη Σοβιετική Ένωση που του απένειμε το παράσημο του Λένιν. Αν και ο ίδιος λόγω της αντίθεσής του στην αθεΐα του μαρξισμού- λενινισμού, δεν παρέστη στην τελετή που έγινε στη Μόσχα.

Επίσης στις αρχές της δεκαετίας του ’70 υπήρξαν φοιτητές στο Πανεπιστήμιο στο Παρίσι που χαιρετούσαν τον Καντάφι ως τον μόνο ηγέτη του τρίτου κόσμου, που είχε θέληση για αγώνα.

Όμως δεν υπάρχουν μόνο τα θετικά σχόλια αλλά και οι αναφορές για φρικιαστικές ενέργειες από τον επί σειρά ετών ηγέτη της Λιβύης.

Υπήρξαν τουλάχιστον πέντε γενιές αντιπολιτευόμενων δυνάμεων που περιλάμβαναν ισλαμιστές φονταμενταλιστές που αντιτάχθηκαν στις ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του, λίγους ενεργούς μοναρχικούς, μέλη της παλιάς προ-Καντάφι ελίτ, συντηρητικούς εθνικιστές που υποστήριζαν την αραβική εθνικιστική ατζέντα του, αλλά αντιτάχθηκαν στις αριστερές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Καθώς επίσης και αι τεχνοκράτες που είχαν υπονομεύσει τις μελλοντικές προοπτικές τους από το πραξικόπημα του 1969.

Το χρυσό περίστροφο του Καντάφι, που πέρασε στα χέρια των ανταρτών κι εκτελεστών του

Τα μέλη της εμπορικής μεσαίας τάξης της Λιβύης ήταν συχνά θυμωμένα με την απώλεια των επιχειρήσεων τους μέσω του προγράμματος εθνικοποίησης του Καντάφι, ενώ πολλοί Λίβυοι αντιτάχθηκαν στη χρήση του πετρελαϊκού πλούτου της χώρας από τον ίδιο για τη χρηματοδότηση της επαναστατικής δραστηριότητας στο εξωτερικό και όχι της εγχώριας ανάπτυξης στην ίδια τη χώρα.

Αντιμετώπισε επίσης την αντίθεση από αντίπαλους σοσιαλιστές όπως οι Μπααθιστές και οι μαρξιστές. Ονομάστηκε από τον Ρόναλντ Ρίγκαν (τότε πρόεδρο των ΗΠΑ) ο «τρελός σκύλος της Μέσης Ανατολής».

Ο Καντάφι έγινε ο ορισμός του τρόμου και της φρίκης για τις δυτικές κυβερνήσεις, που τον παρουσίασαν ως «κακό δικτάτορα ενός καταπιεσμένου λαού».

Για αυτούς τους επικριτές, ο Καντάφι ήταν «δεσποτικός, σκληρός, αλαζονικός, ματαιόδοξος και ανόητος»  και για πολλά χρόνια προσωποποιήθηκε στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ως ένα είδος απόλυτου κακού».

Με βάση τους επικριτές ο λαός της Λιβύης ζούσε σε κλίμα φόβου υπό τη διοίκηση του Καντάφι.  Η Λιβύη της εποχής του ήταν ένα «αστυνομικό κράτος» και αυταρχικό.

Η κυβέρνησή του έχει επίσης επικριθεί από πολιτικούς αντιπάλους και ομάδες όπως η Διεθνής Αμνηστία για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας.

Αυτές περιελάμβαναν πέρα από την καταστολή της όποιας διαφωνίας, τις δημόσιες εκτελέσεις και την αυθαίρετη κράτηση εκατοντάδων αντιπάλων, ορισμένοι από τους οποίους ανέφεραν ότι βασανίστηκαν.

Με τον Νικολάε Τσαουσέσκου

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού ήταν μια σφαγή που έλαβε χώρα στη φυλακή Αμπού Σαλίμ τον Ιούνιο του 1996.

Σύμφωνα με την Human Rights Watch περισσότεροι από 1.270 κρατούμενοι σφαγιάστηκαν τότε.

Οι αντιφρονούντες στο εξωτερικό χαρακτηρίστηκαν «αδέσποτα σκυλιά». Απειλήθηκαν δημόσια με θάνατο και μερικές φορές σκοτώθηκαν από κυβερνητικούς πράκτορες, ή επέστρεφαν στην πατρίδα τους με τη βία για να αντιμετωπίσουν τη φυλάκιση ή τον θάνατο.

Η μεταχείριση της κυβέρνησης του Καντάφι προς τους μη Άραβες Λίβυους έγινε αντικείμενο κριτικής από ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με γηγενείς Βέρβερους, Ιταλούς, Εβραίους, πρόσφυγες και ξένους εργάτες να αντιμετωπίζουν διώξεις στη Λιβύη.

Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων επέκριναν επίσης τη μεταχείριση των μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο, που πέρασαν από τη Λιβύη του Καντάφι στο δρόμο τους προς την Ευρώπη.

Παρά την έντονη αντίθεσή του στην αποικιοκρατία, ο Καντάφι επικρίθηκε από ορισμένους αντιαποικιακούς και αριστερούς στοχαστές.

Ο πολιτικός οικονομολόγος Γιάς Ταντόν  δήλωσε ότι ενώ ο Καντάφι ήταν «πιθανώς ο πιο αμφιλεγόμενος και εξωφρενικά τολμηρός (και περιπετειώδης) αμφισβητίας της Αυτοκρατορίας» (δηλαδή των δυτικών δυνάμεων), ωστόσο δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τον νεο-αποικιακό έλεγχο της Δύσης στη Λιβύη.

Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, διάφορες αριστερές ομάδες υποστήριξαν τους «αντι-Κανταφιστές»  αντάρτες – αλλά όχι τη δυτική στρατιωτική επέμβαση – υποστηρίζοντας ότι ο Καντάφι είχε γίνει σύμμαχος του δυτικού ιμπεριαλισμού συνεργαζόμενος με τον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας και τις προσπάθειες να εμποδίσει την αφρικανική μετανάστευση στην Ευρώπη.

Οι ενέργειες του Καντάφι για την προώθηση ξένων μαχητών ομάδων, αν και θεωρήθηκαν από αυτόν ως δικαιολογημένη υποστήριξη για κινήματα εθνικής απελευθέρωσης, θεωρήθηκαν από τις ΗΠΑ ως παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων εθνών και ενεργή υποστήριξη της διεθνούς τρομοκρατίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Το Σισμίκ στο Αιγαίο, από το να βαρέσετε πρώτοι στο mea culpa

Η αρχή για την τραγωδία στην Κύπρο: Πραξικόπημα 15ης Ιουλίου 1974

Πολιορκία του Λένινγκραντ: Εκατομμύρια νεκρών και αναφορές για κανιβαλισμό

«Βυθίσατε το Χόρα»: Το παρασκήνιο πίσω από την ιστορική φράση του Ανδρέα

Οι 12 ερωτήσεις που δεν τολμούν να κάνουν οι Τούρκοι στον Ερντογάν\

Στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ δε θα ήθελες να βρίσκεσαι

Αυτός είναι ο ισχυρότερος στρατός στον κόσμο

Σύνορα Ινδίας- Μπαγκλαντές: Σε 50 χρόνια, 1.860 νεκροί

Τα πιο επικίνδυνα σύνορα: Ινδία-Πακιστάν στο Κασμίρ

Επικίνδυνα σύνορα: Η DMZ σε Βόρεια και Νότια Κορέα

Ο Ρατζαπάξα βύθισε σε αίμα και φτώχεια την Σρι Λάνκα

Διαβάσατε το άρθρο με τίτλο «Μουαμάρ Καντάφι: Για πολλούς ήρωας, για άλλους τόσους το πρόσωπο της φρίκης». Στο άρθρο αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω #tags. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα, επισκεφτείτε τα παρακάτω θέματα. GeoStratigika on GoogleNews

ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Νίκος Μπουρλάκης

Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1989 δημοσιεύτηκε το πρώτο του κείμενο στο «7ήμερο του μπάσκετ» κι ακολούθησε μια μακρά διαδρομή σε «Φως των Σπορ», «Αθλητική Ηχώ», «Goal News» και από το 2017 στο «Sportime». Έχει εργαστεί σε ιστοσελίδες ως σχολιογράφος (sentragoal.gr, basketblog.gr μεταξύ άλλων), στα περιοδικά μπάσκετ «Τρίποντο» και «All Star Basket», στους ραδιοφωνικούς σταθμούς «Sentra 103,3» και «AlphaSport» όπως και ως υπεύθυνος Τύπου σε ομάδες της Basket League αλλά και στον ΕΣΑΚΕ. Επίσης εργάστηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ενώ επί σειρά ετών ήταν καθηγητής στο New York College, στο ΙΕΚ Ομηρος και στο City Unity College. Γράφω και για το GeoStratigika, για διεθνή θέματα.

ΣΧΟΛΙΑ